Μία απλή αναζήτηση μέσω Google Trends αναδεικνύει τη ραγδαία αύξηση του ενδιαφέροντος των χρηστών παγκοσμίως για την υγεία τον τελευταίο χρόνο, και ειδικά το Μάρτιο του 2020, με αφορμή την πανδημία της COVID-19. Πρόκειται βέβαια για έννοια συνυφασμένη με την ανθρώπινη φύση και την ιστορία της ανθρωπότητας, που χρησιμοποιείται ήδη από την αρχαιότητα. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (World Health Organisation – WHO), η υγεία ορίστηκε ως «μια κατάσταση πλήρους σωματικής, ψυχικής και κοινωνικής ευεξίας και όχι απλά και μόνο η απουσία ασθένειας ή αναπηρίας» (WHO, 1948)6. Με βάση αυτόν τον ορισμό, καθώς και το βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο της υγείας, που αναπτύχθηκε και επικράτησε στα τέλη της δεκαετίας του 70, θεμελιώθηκε το 1979 ένας νέος κλάδος στην επιστήμη της Ψυχολογίας: η Ψυχολογία της Υγείας ( Αναγνωστόπουλος & Ποταμιάνος, 20111; Engel, 19803).
Τι είναι η Ψυχολογία της Υγείας;
Σύμφωνα με τον Matarazzo (1982)5, η Ψυχολογία της Υγείας είναι ο κλάδος της ψυχολογίας που στοχεύει: (α) στην προαγωγή της υγείας και της ευεξίας, (β) στην πρόληψη και αντιμετώπιση της ασθένειας και της αναπηρίας, (γ) στη διερεύνηση των αιτιολογικών συσχετίσεων ανάμεσα στην υγεία, την ασθένεια και οποιαδήποτε συναφή δυσλειτουργία, καθώς και (δ) στη διαμόρφωση πολιτικής σε θέματα υγείας και στη βελτίωση του συστήματος υγείας.
Για την επίτευξη του πρώτου στόχου, οι αρχές της Ψυχολογίας της Υγείας μπορούν να εφαρμοστούν με διάφορους τρόπους, και πιο συγκεκριμένα (Dowrick, 2001)2:
- μέσω της πολιτικής σε θέματα υγείας και της σχετικής νομοθεσίας (χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο αντικαπνιστικός νόμος)
- διαμορφώνοντας υποστηρικτικά πλαίσια για τη δημόσια υγεία (π.χ., πάρκα παιδικής χαράς ασφαλή και προσβάσιμα για όλα τα παιδιά)
- με κοινωνικές δράσεις, όπως ο συμβολικός αγώνας δρόμου-περίπατος με στόχο την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του κοινού για τον καρκίνο του μαστού
- εκπαιδεύοντας τον γενικό πληθυσμό σε έναν υγιεινό τρόπο ζωής από νεαρή ηλικία (π.χ., με μαθήματα παροχής πρώτων βοηθειών στο λύκειο και σεξουαλική αγωγή από το δημοτικό) και, τέλος,
- μέσω του συστήματος υγείας (π.χ., δημιουργώντας δομές για τη διακοπή του καπνίσματος).
Σχετικά με το δεύτερο στόχο, την πρόληψη και την αντιμετώπιση της ασθένειας, στην Ψυχολογία της Υγείας δίνεται μεγάλη έμφαση στην εύστοχη αναγνώριση ατόμων ή ομάδων που είναι ευάλωτα στην ασθένεια (π.χ., λόγω κληρονομικότητας) και στην έγκαιρη διάγνωση της ασθένειας.
Όσον αφορά στην αιτιολογία της ασθένειας, η Ψυχολογία της Υγείας πραγματεύεται κυρίως ψυχοκοινωνικά αίτια, όπως είναι το χρόνιο στρες, οι ανθυγιεινές συνήθειες και οι μοιρολατρικές πεποιθήσεις.
Τέλος, για τη βελτίωση του συστήματος υγείας, η Ψυχολογία της Υγείας εστιάζει κυρίως στην αξιολόγηση των παρεχόμενων υπηρεσιών, στο σχεδιασμό προγραμμάτων και στην υλοποίηση παρεμβάσεων για την ενίσχυση, βελτιστοποίηση και ανάπτυξη των υπηρεσιών υγείας (Καλαντζή-Αζίζι & Καραδήμας, 2009)4.
Τι κάνει ένας Ψυχολόγος της Υγείας;
Πρόκειται για την ερώτηση που δέχομαι συχνότερα από κάθε άλλη, αφότου ξεκίνησα τις σπουδές μου στην Ψυχολογία της Υγείας! Σύμφωνα με την British Psychological Society (BPS – Division of Health Psychology), ο ψυχολόγος της υγείας ουσιαστικά εξειδικεύεται για να βοηθά το άτομο να υιοθετήσει έναν υγιεινό τρόπο ζωής ή/και να διαχειριστεί τις δυσκολίες που προκύπτουν λόγω της ασθένειάς του. Συγκεκριμένα, ο ψυχολόγος της υγείας μπορεί να στηρίζει και να καθοδηγεί συστηματικά και μεθοδικά το άτομο στην προσπάθειά του να εφαρμόσει αλλαγές στη διατροφή, φυσική άσκηση, διακοπή του καπνίσματος, μείωση του αλκοόλ και άλλες υγιεινές συνήθειες, με στόχο την ευεξία. Σε αυτό το σημείο, πρέπει να τονιστεί ότι ο ψυχολόγος της υγείας δεν αναλαμβάνει να θεραπεύσει χρόνιες παθήσεις ή αναπηρίες. Ωστόσο, μπορεί να παρέχει συμβουλευτική καθοδήγηση για τη διαχείριση των συναισθημάτων που προκαλούνται λόγω της ασθένειας, όπως το άγχος και η θλίψη. Παράλληλα, μπορεί να στηρίξει τον ασθενή στη διαχείριση της ασθένειας, στη σωστή εφαρμογή της θεραπείας (π.χ., στην τήρηση της φαρμακευτικής αγωγής) αλλά και στην πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση της δυσφορίας και του πόνου.
Επιπροσθέτως, οι ψυχολόγοι της υγείας χρησιμοποιούν τις γνώσεις τους για να προωθούν την ευεξία και να προλαμβάνουν την ασθένεια στον γενικό πληθυσμό. Ειδικότερα για την προαγωγή της συνολικής ευεξίας, εστιάζουν στην έγκυρη πληροφόρηση και αποτελεσματική εκπαίδευση των ανθρώπων σε υγιεινές συμπεριφορές, όπως είναι οι μέθοδοι αντισύλληψης για ασφαλέστερο σεξ και η εξάσκηση στην ενσυνειδητότητα (mindfulness) για μείωση του καθημερινού στρες. Παράλληλα, όπως έχει προαναφερθεί, οι ψυχολόγοι της υγείας βασίζονται κυρίως στην εύστοχη πρόνοια και στην έγκαιρη διάγνωση για την πρόληψη της ασθένειας, οπότε αναζητούν διαρκώς τρόπους για να ενισχύουν έμπρακτα τους ανθρώπους να κάνουν τακτικά διαγνωστικές εξετάσεις.
Επιπλέον, οι ψυχολόγοι της υγείας συνεργάζονται με άλλους επαγγελματίες κι επιστήμονες για να βελτιώνουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης. Για παράδειγμα, μπορούν να παρέχουν συνεργατική συμβουλευτική στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό, με στόχο την ενίσχυση και τη βελτίωση της επικοινωνίας μεταξύ ιατρού και ασθενούς. Τέλος, οι ψυχολόγοι της υγείας ασχολούνται ήδη από την προπτυχιακή τους εκπαίδευση και δια βίου με την έρευνα σε διάφορες πτυχές της Ψυχολογίας και της υγείας, όπως: η αλληλεπίδραση πολιτισμικών, κοινωνικών και ατομικών παραγόντων στην υγεία και στην ασθένεια, οι μέθοδοι αλλαγής των συμπεριφορών και των συνηθειών που σχετίζονται με την υγεία, τα ψυχοσωματικά συμπτώματα και γενικά η αλληλεπίδραση μεταξύ ψυχικής και σωματικής υγείας, η συσχέτιση της διατροφής με την υγεία και άλλα (Καλαντζή-Αζίζι & Καραδήμας, 2009)4.
Οι ψυχολόγοι της υγείας χρειάζεται να είναι σφαιρικά εκπαιδευμένοι ώστε να δουλεύουν με κάθε άνθρωπο, ανεξαρτήτως ηλικίας (παιδιά, εφήβους και ενήλικες) ή προέλευσης: συνεργάζονται με ασθενείς, αλλά και υγιείς, άτομα που φροντίζουν ασθενείς, και επαγγελματίες στο χώρο της υγείας.
Υπάρχουν και πιο εξειδικευμένοι ψυχολόγοι της υγείας, οι οποίοι, ανάλογα με τη θεραπευτική τους προσέγγιση ή τα ερευνητικά τους ενδιαφέροντα, μπορεί να εστιάζουν σε άτομα με κάποια συγκεκριμένη πάθηση, όπως τα άτομα με διαβήτη Τύπου 2, σε μια συγκεκριμένη ομάδα του πληθυσμού ή σε κάποιο συνδυασμό αυτών των χαρακτηριστικών.
Ανάλογα με την επιστημονική κι επαγγελματική τους κατάρτιση, οι ψυχολόγοι της υγείας μπορούν να πραγματοποιούν συνεδρίες με άτομα, ή και ομάδες ατόμων ή/και οικογένειες. Συνήθως εργάζονται σε ποικίλους χώρους στον ιδιωτικό ή/και στο δημόσιο τομέα, όπως: νοσοκομεία, κλινικές δομές και ειδικές υπηρεσίες (π.χ., μονάδες αποκατάστασης), κέντρα υγείας και πρόληψης, σχολεία, κέντρα λήψης αποφάσεων για την υγεία (π.χ., υπουργεία, κέντρα ελέγχου), οργανισμοί που προάγουν την υγεία και την ευεξία, εταιρείες και άλλοι επαγγελματικοί χώροι, ερευνητικά κέντρα, πανεπιστήμια και αλλού (Καλαντζή-Αζίζι & Καραδήμας, 2009)4.
Η Ψυχολογία της Υγείας στην Ελλάδα σήμερα
Είναι γνωστό ότι στην Ελλάδα δεν αναγνωρίζονται, και ως εκ τούτου δεν προστατεύονται, οι ειδικότητες στην Ψυχολογία. Το ζήτημα της επαγγελματικής ταυτότητας των ψυχολόγων επανήλθε πρόσφατα στο δημόσιο διάλογο με σχετική επιστολή 131 πανεπιστημιακών κι επαγγελματιών ψυχολόγων προς την Επιτροπή Ψυχικής Υγείας του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕ.Σ.Υ.), στην οποία ζητούν τη νομοθετική κατοχύρωση των ειδικοτήτων, με ιδιαίτερη έμφαση στην Ψυχολογία της Υγείας.
Για την Ψυχολογία της Υγείας, η αναγνώριση της ειδικότητας είναι απαραίτητη ώστε: να ελέγχεται συστηματικά η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, να διασφαλίζεται η αξιοπιστία των ψυχολόγων της υγείας και να έχουν περισσότερες ευκαιρίες εργασίας και εξέλιξης στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, να διαμορφωθούν κατάλληλα προγράμματα σπουδών σε ελληνικά πανεπιστήμια, να κατοχυρώνονται οι τίτλοι από αντίστοιχα προγράμματα του εξωτερικού, και γενικά να ευνοείται η ανάπτυξη του κλάδου στην Ελλάδα, όπως στις ΗΠΑ, στη Βρετανία, στη Γερμανία και σε άλλες χώρες όπου αναγνωρίζεται ως ειδικότητα.
Η ανταπόκριση του ΚΕ.Σ.Υ., με σχετικό ερώτημα για την αναγνώριση των ειδικοτήτων, προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων από σημαντικό μέρος της κοινότητας των Ελλήνων ψυχολόγων. Σύμφωνα με το Σύλλογο Ελλήνων Ψυχολόγων, η αναγνώριση των ειδικοτήτων, όπως προτάθηκε από το ΚΕ.Σ.Υ., φαίνεται να εξισώνει τις ειδικότητες με αντίστοιχα μεταπτυχιακά προγράμματα, θα περιορίσει τα επαγγελματικά δικαιώματα των ενεργών ψυχολόγων, θα αυξήσει σημαντικά το – ήδη υψηλό – κόστος της εκπαίδευσης των ψυχολόγων, θα οδηγήσει σε εξαντλητικές γραφειοκρατικές διαδικασίες, και συνολικά σε μείωση του αριθμού των διαθέσιμων επαγγελματιών, ενώ ο στόχος θα έπρεπε να είναι η αύξησή του.
Ουσιαστικά χρειάζεται να νομοθετηθεί και να εφαρμοστεί ένα επαγγελματικό πλαίσιο, το οποίο:
- ορίζει κλάδους και ειδικότητες στην Ψυχολογία, καθώς και τα κριτήρια για την απόκτηση κάθε ειδικότητας (χωρίς να την ταυτίζει με συγκεκριμένο μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών),
- κατοχυρώνει νέο, συγκεκριμένο και συμπεριληπτικό κώδικα δεοντολογίας των επαγγελματιών ψυχολόγων,
- προστατεύει τα επαγγελματικά δικαιώματα των ήδη αναγνωρισμένων ψυχολόγων,
- αναγνωρίζει και διακρίνει τους ψυχοθεραπευτές και τους συμβούλους ψυχικής υγείας από τους ψυχολόγους.
Επιπλέον, μπορεί να προβλέπει και να συντονίζει τη δημιουργία νέων προγραμμάτων σπουδών, για δυναμικές και αναπτυσσόμενες ειδικότητες όπως η Ψυχολογία της Υγείας. Δεδομένου του ότι υπάρχουν επαγγελματίες που αυτοπροσδιορίζονται και εργάζονται ως ψυχολόγοι της υγείας, έχοντας αποκτήσει κάποιο συναφή τίτλο μεταπτυχιακών σπουδών (π.χ., Επιστήμη του Στρες και Προαγωγή της Υγείας της Ιατρικής σχολής), καλό θα ήταν να προβλέπονται εναλλακτικοί τρόποι αναγνώρισης της ειδικότητας, με βάση την επαγγελματική εμπειρία και καθαυτό το περιεχόμενο των σπουδών, πέρα από τον τίτλο τους.
Σε κάθε περίπτωση, είναι σημαντικό κάθε πολίτης να γνωρίζει τις διαθέσιμες πηγές ψυχοκοινωνικής στήριξης ή έστω τρόπους αναζήτησης τέτοιων πηγών, και να εξοικειωθεί σταδιακά με τις ειδικότητες και το έργο των ψυχολόγων, για να διακρίνει μεταξύ άλλων πότε να απευθυνθεί σε ψυχολόγο της υγείας και πού μπορεί να την/τον βρει. Για το λόγο αυτό, είναι απαραίτητο να ενθαρρυνθεί συλλογικά η εξωστρέφεια του κλάδου μας και των ψυχολόγων γενικότερα, να χτίσουμε σταθερές γέφυρες επικοινωνίας με το κοινό, έχοντας διαρκώς κατά νου ότι το έργο μας προέρχεται από τον άνθρωπο για τον άνθρωπο.
Βιβλιογραφία
- Αναγνωστόπουλος, Φ., & Ποταμιάνος, Γ. (Επιμ. Εκδ.). (2011). Εισαγωγή στην Ψυχολογία της Υγείας. Εκδόσεις Πεδίο.
- Dowrick, C. (2001). Medicine in Society: Behavioural Sciences for Medical Students. London: Arnold.
- Engel, G. L. (1980). The clinical application of the biopsychosocial model. The American Journal of Psychiatry, 137(5). Doi: 535-44.10.1176/ajp.137.5.535
- Καλαντζή-Αζίζι, Α., & Καραδήμας, Ε.Χ. (Επιμ. Έκδ.). (2009). Η σχέση της Κλινικής Ψυχολογίας με τους εφαρμοσμένους κλάδους της Ψυχολογίας και την Ψυχοθεραπεία. Εκδόσεις Τόπος.
- Matarazzo, J.D. (1982). Behavioural health’s challenge to academic, scientific, and professional psychology. American psychologist, 37, 1-14. Retrieved from http://www.ncbi.nlm.nih.gov
- World Health Organization. (1948). Constitution of the World Health Organization. Geneva, Switzerland: Author.
Mariam Theodoraki, Health Psychologist MSc
You could read more about Runway Here, about Diamond Pages Here