Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η υφήλιος βιώνει πρωτόγνωρες προκλήσεις, σε οικονομικό, γεωπολιτικό και υγειονομικό επίπεδο.
Ο πληθωρισμός και η ενεργειακή κρίση οδηγούν σε παγκόσμια αβεβαιότητα και μειωμένη εμπιστοσύνη στην οικονομία κάτι που δημιουργεί αλυσιδωτές αντιδράσεις σε όλους τους τομείς.
Παρόλα αυτά, τίποτα από τα παραπάνω δε δείχνει να κάμπτει την άνοδο που παρατηρείται στην ελληνική κτηματαγορά. Το 2022 υπήρξε έτος ορόσημο για την ελληνική οικονομία αφού αναπτύχθηκε γρηγορότερα από ό,τι αναμενόταν, εκμεταλλευόμενη τις αθρόες τουριστικές ροές και την ανάκαμψη της εγχώριας ζήτησης.
Επίσης, το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ή αλλιώς εν συντομία «Ελλάδα 2.0» έρχεται ως απάντηση στις προκλήσεις που η χώρα έχει να αντιμετωπίσει.
Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα προσπαθεί να θωρακίσει την οικονομία της και να προσελκύσει περισσότερους ξένους επενδυτές, που θα μπορούσαν να έχουν θετικό αντίκτυπο στην αγορά του real estate. Επιπροσθέτως, η ελληνική κυβέρνηση έχει εισάγει έναν αριθμό μέτρων που σκοπό έχουν την υποστήριξη του κατασκευαστικού τομέα, όπως τα κίνητρα για ενεργειακά κτίρια, την απλούστευση των αδειοδοτήσεων και την αναστολή του ΦΠΑ στα νεόδμητα διαμερίσματα.
Το καινούργιο πρόγραμμα επενδύσεων έχει σκοπό επίσης την ψηφιοποίηση του κράτους. Η Ελλάδα παραδοσιακά έχει υπάρξει μία αρκετά «γραφειοκρατική» χώρα σε σχέση με τα Ευρωπαϊκά πρότυπα και γίνονται σοβαρές προσπάθειες να ξεπεραστούν οι γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, με πολλές δημόσιες υπηρεσίες να έχουν ήδη ψηφιοποιηθεί το τελευταίο διάστημα.
Επίσης, ως απάντηση στην ενεργειακή κρίση, η Ελλάδα επενδύει στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ώστε να δημιουργηθεί μία μακροπρόθεσμη ενεργειακή αυτάρκεια και βιωσιμότητα.
Τα αποτελέσματα των παραπάνω πρωτοβουλιών αποτυπώνονται σε διεθνείς εκθέσεις, σε αριθμούς συμβολαίων και στη νέα δυναμική του κατασκευαστικού κλάδου. Φυσικά, κάτι ακόμα που κάνει τους επενδυτές να στρέψουν το βλέμμα τους στη χώρα μας είναι το στρατηγικό της σημείο και η παραδοχή ότι αποτελούμε πυλώνα σταθερότητας στα Βαλκάνια και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Πρόκειται για επενδυτές που μπορεί μέχρι τώρα να μην είχαν καμία σχέση με την Ελλάδα, αλλά εκτιμούν ότι οι συνθήκες έχουν ωριμάσει πλέον ώστε να αναζητήσουν ακίνητα απόδοσης και να μπουν σε developments. Δεν στοχεύουν στο βραχυπρόθεσμο κέρδος, αλλά σε μακροπρόθεσμες επενδύσεις και φαίνονται πεπεισμένοι ότι η ελκυστικότητα της χώρας θα βαίνει βελτιούμενη τα επόμενα χρόνια, παρά τις όποιες προκλήσεις.
Η δυναμική που καταγράφει η χώρα στον κλάδο του τουρισμού προσελκύει επίσης μία άλλη κατηγορία ξένων επενδυτών – εταιρειών ανάπτυξης ακινήτων και ξένων αλυσίδων ξενοδοχείων – οι οποίοι δίνουν ψήφο εμπιστοσύνης στον ελληνικό τουρισμό αναζητώντας ευκαιρίες για αναβάθμιση ξενοδοχείων στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Αθήνα. Πρόκειται για projects που αφορούν είτε στην αγορά και ανακαίνιση είτε στη μίσθωση και ανακατασκευή παλαιών κτιρίων, προκειμένου να λειτουργήσουν ως ξενοδοχεία.
Αυτό που είναι εξαιρετικά ευχάριστο είναι ότι μερίδα του αγοραστικού κοινού είναι επίσης οι Έλληνες που ζουν και εργάζονται στην επικράτεια. Είναι εκείνοι, που λόγω της τελευταίας οικονομικής κρίσης δίσταζαν να αγοράσουν, αλλά έχουν συσσωρευμένο κεφάλαιο και τώρα είναι διατεθειμένοι να αγοράσουν μόνιμη κατοικία.
Σημαντικό μερίδιο στη δυναμική επιστροφή της ελληνικής αγοράς ακινήτων έχουν και οι Έλληνες του εξωτερικού, εκείνοι που άφησαν τη χώρα των μνημονίων και σήμερα έχουν τα φορολογικά κίνητρα να επιστρέψουν στη γενέτειρά τους. Πρόκειται για την προσπάθεια του brain gain, της επιστροφής δηλαδή από το εξωτερικό ανθρώπινου δυναμικού με υψηλό επίπεδο γνώσεων, επαγγελματικών ικανοτήτων και δεξιοτήτων. Μία προσπάθεια που φαίνεται να αποδίδει καρπούς.
Η Αθήνα εξακολουθεί να παραμένει μία από τις πιο οικονομικά προσιτές πρωτεύουσες στην Ευρώπη. Ταυτόχρονα, προσφέρει ένα αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο, ένα ήπιο κλίμα, άμεση πρόσβαση στο βουνό και τη θάλασσα και κατά συνέπεια μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για ξένους επενδυτές που αγοράζουν ακίνητα για προσωπική χρήση, αλλά και ακίνητα απόδοσης. Στο ιστορικό κέντρο, στο Κολωνάκι, στις παλαιές συνοικίες της πόλης όπως τα Εξάρχεια και η Κυψέλη, που βρίσκουν ξανά τη χαμένη γοητεία τους, η ζήτηση των ακινήτων είναι πολύ μεγάλη. Νέα ακίνητα στην αγορά πωλούνται σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, για να ανακαινιστούν και να καλύψουν είτε τις συσσωρευμένες ανάγκες των Ελλήνων πολιτών είτε τη μεγάλη όρεξη των ξένων επενδυτών.
Εκτός από το κέντρο της Αθήνας, ζωηρό ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα νότια προάστια. Κάτι απολύτως δικαιολογημένο, μιας και η ανάπλαση του Ελληνικού, δίνει καινούργιο νόημα στον όρο «Αθηναϊκή Ριβιέρα». Το μέτωπο από το Παλαιό Φάληρο έως το Ναό του Ποσειδώνα, χάρη στο φυσικό κάλλος, σε συνδυασμό με την πρωτοποριακή αρχιτεκτονική, θα καταστεί μοναδικός διεθνής παραθαλάσσιος προορισμός.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η καινούργια τάση για τηλεργασία που γεννήθηκε μέσα στην πανδημία, δεν πτόησε την αγορά γραφείων. Οι επιχειρηματίες και επενδυτές, Έλληνες ή ξένοι, είναι απαιτητικοί καθώς ζητούν ποιοτικά γραφεία, δηλαδή νεόκτιστα ή πιθανότατα ανακαινισμένα και με φιλικό αποτύπωμα, τα οποία βρίσκονται συνήθως σε περιοχές των Βορείων Προαστίων.
Τέλος, ένας κύκλος ευνοϊκών ρυθμίσεων στοχεύει αποκλειστικά και μόνο στον κτηματομεσιτικό κλάδο. Ο θεσμός του Non-Dom για ξένους επενδυτές που επιθυμούν να μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα, τα φορολογικά προνόμια για αλλοδαπούς συνταξιούχους καθώς και η επαναδραστηριοποίηση της «Golden Visa», δείχνουν να έχουν ευρεία απήχηση.
Καταλήγοντας, η Ελλάδα σε αυτή τη ρευστή συγκυρία μπορεί με συγκρατημένη αισιοδοξία να ατενίσει το μέλλον. Ο κλάδος του real estate έχει ακόμα περιθώρια οργάνωσης και ανάπτυξης και με συντονισμένες κινήσεις πολιτείας και φορέων, μπορεί να καθορίσει το μέλλον της χώρας.
Katerina Mitsotaki, Associate Director Barnes Greece: “Επενδυτικό τοπίο στην ελληνική αγορά ακινήτων: Προκλήσεις και Ευκαιρίες” © Diamond Pages Magazine | September 2023 |