
Η Βιώσιμη Ανάπτυξη, όπως ορίστηκε στην έκθεση Brundtland της Διεθνούς Επιτροπής για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη το 1987, είναι η ανάπτυξη που ικανοποιεί τις ανάγκες του παρόντος, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την ικανότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες. Ορόσημο για τη μετάβαση σε αυτό το νέο υπόδειγμα ήταν η υιοθέτηση της Agenda 2030 των Ηνωμένων Εθνών για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη και των 17 Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDGs) τον Σεπτέμβριο του 2015.
Δέκα χρόνια μετά και παρ’ όλα τα θετικά βήματα που έχουν συντελεστεί, η πρόοδος είναι κάθε άλλο παρά ενθαρρυντική. Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έκθεση του ΟΗΕ για τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης, το φθινόπωρο του 2024, μόνο τo 17% των Στόχων είναι εντός πλαισίου επίτευξής τους μέχρι το 2030 και πάνω από το ένα τρίτο των Στόχων εμφανίζεται σε τροχιά ανάσχεσης ή οπισθοδρόμησης.
Το μέλλον διαγράφεται αρκετά αβέβαιο, σε μια περίοδο όπου οι διεθνείς ισορροπίες και στρατηγικές αναδιαμορφώνονται. Νέα δεδομένα δημιουργεί ασφαλώς η αλλαγή ηγεσίας στις ΗΠΑ, που συνοδεύτηκε από την αποχώρηση από τη Συμφωνία των Παρισίων και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, αλλά και από την υιοθέτηση μιας ευρύτερης ατζέντας που αμφισβητεί τις αρχές της πολυμέρειας, δηλαδή της συναντίληψης και των συμμαχιών μεταξύ κρατών για την αντιμετώπιση κοινών προκλήσεων.
Παράλληλα, οι συνεχιζόμενες γεωπολιτικές εντάσεις και η επίπτωσή τους στο επίπεδο της ενεργειακής πολιτικής, αλλά και οι εντεινόμενες πιέσεις που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση – σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο – διαμορφώνουν ένα πεδίο υψηλών προκλήσεων. Στο μεταξύ, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, εξακολουθούν να επηρεάζουν την επιχειρηματική δραστηριότητα, δημιουργώντας νέες επισφάλειες και προβλήματα στην πρωτογενή παραγωγή, στις μεταφορές, στην ενέργεια.
Όσο κι αν φαίνεται ότι η ατζέντα της ανάπτυξης αλλάζει, τα προβλήματα που προκάλεσε το μονοδιάστατο μοντέλο του παρελθόντος, όχι μόνο δεν υποχωρούν, αλλά εντείνονται και λειτουργούν ως μάρτυρες μιας αναπόδραστης πραγματικότητας: ότι δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική, μακροπρόθεσμη ευημερία, αν η ανάπτυξη δεν κατευθύνεται από αρχές και κανόνες, για την προστασία του περιβάλλοντος και της κοινωνίας. Την άποψη αυτή ενστερνίζεται πλέον όλο και μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας κοινής γνώμης. Όπως δείχνουν έρευνες, μεγαλώνει παντού η ανησυχία για το μέλλον του πλανήτη, αλλά και η απαίτηση από τις επιχειρήσεις για υπευθυνότητα, για διαφάνεια και λογοδοσία σε όλα τα επίπεδα.
Για τις επιχειρήσεις, επομένως, η στροφή σε βιώσιμες στρατηγικές και μοντέλα λειτουργίας παραμένει αναγκαιότητα, η οποία υπερβαίνει τη συμμόρφωση σε κανόνες. Αποτελεί, αντίθετα, προϋπόθεση ανθεκτικότητας και μακροπρόθεσμης επιτυχίας σε απρόβλεπτες συνθήκες.
Πλέον έχει γίνει συνείδηση ότι η βιωσιμότητα και η κερδοφορία δεν είναι αντίρροπες δυνάμεις, αλλά έννοιες ουσιαστικά αλληλένδετες. Είναι γνωστό ότι οι επιχειρήσεις με ισχυρές επιδόσεις βιωσιμότητας μπορούν να επωφεληθούν από καλύτερες συνθήκες χρηματοδότησης και ενισχυμένη πρόσβαση σε κεφάλαια. Σήμερα υπάρχουν ειδικά σχεδιασμένα εργαλεία για την προώθηση βιώσιμων επενδύσεων, όπως τα Green bonds, Sustainability bonds κ.ά., τα οποία μπορούν να αξιοποιηθούν από επιχειρήσεις κάθε μεγέθους.
Πέρα, όμως, από τα άμεσα οφέλη, έρευνες έχουν δείξει ότι οι οργανισμοί που διαθέτουν βιώσιμο όραμα και αίσθηση σκοπού απελευθερώνουν τεράστιες δυνατότητες, για να γίνουν περισσότερο κερδοφόροι. Είναι καλύτεροι στο να καινοτομούν, να προσαρμόζονται στις αλλαγές, να προσελκύουν ταλέντο, να οικοδομούν σχέσεις εμπιστοσύνης. Είναι, με άλλα λόγια, σε καλύτερη θέση για να επιβιώσουν και να πετύχουν στο σημερινό, μεταβαλλόμενο περιβάλλον.
Οφείλουμε, συνεπώς, να διευκολύνουμε όσο το δυνατόν περισσότερες επιχειρήσεις να παραμείνουν ή να μπουν στον δρόμο της βιώσιμης ανάπτυξης, παρέχοντας κίνητρα και υποστήριξη, αλλά και εξαλείφοντας εμπόδια, όπως είναι η έλλειψη σαφών κατευθυντήριων γραμμών και υψηλός διοικητικός φόρτος, που επιβαρύνει ιδιαίτερα τις μικρότερες επιχειρήσεις. Σε αυτή την κατεύθυνση αναμένουμε θετικά βήματα, στο πλαίσιο της νέας Ευρωπαϊκής Συμφωνίας για την Ανταγωνιστικότητα, στην οποία καθορίζεται ως στόχος η μείωση κατά 25% του φόρτου υποβολής εκθέσεων.
Παρά τους αντίθετους ανέμους, η Ευρώπη οφείλει να μην οπισθοχωρήσει από τις δεσμεύσεις της για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη. Είναι ωστόσο ανάγκη να αναλάβει γενναίες πρωτοβουλίες, ώστε να υπηρετήσει αποτελεσματικά και με ισορροπημένο τρόπο την ανάγκη για βιωσιμότητα, ανταγωνιστικότητα και ασφάλεια. Σήμερα είναι ίσως πιο δύσκολο από ποτέ να προβλέψουμε το μέλλον του πλανήτη και της ανθρωπότητας. Παραμένοντας συνεπείς στις αρχές της Βιώσιμης Ανάπτυξης, έχουμε περισσότερες πιθανότητες να το συνδιαμορφώσουμε: για τις επιχειρήσεις, για τις οικονομίες και για τις κοινωνίες μας, για τις γενιές που ακολουθούν.

Σοφία Κουνενάκη Εφραίμογλου, Α’ Αντιπρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΒΕΑ), Πρόεδρος Εθνικού Επιμελητηριακού Δικτύου Ελληνίδων Γυναικών Επιχειρηματιών (ΕΕΔΕΓΕ), Εκτελεστική Αντιπρόεδρος Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού (ΙΜΕ): “Το μέλλον της Βιώσιμης Ανάπτυξης” | Date: 25/02/2025 © Energizing Greece Magazine | 4th Edition March – April 2025 |
#EnergizingGreece #EnergizingGreeceMagazine #BePartOfTomorrowsWorld #FollowTheLeadersOfE #GrowthEffectForGreece #FollowThePioneers #GreeceIsTheDestination #RegionsOfGreece #PrimeMinistersOfDelphi #WordExcellence #ShowcasingSuccess #ViewOfUniqueness #AsDoneByTheBest #Runway #NetZeroEnergy #ForThePlanetWeDreamOfLivingIn #Publishing #TopicsWorthToBePublished #LetsComeTogetherToConquerTheFuture #HarmonizePeopleWithNature