Η Ιστορία του Howard Schultz των Starbucks
Ο Howard Schultz γεννήθηκε το 1953 στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, από τον Fred και την Elaine Schultz.
Όπως τόσοι πολλοί Αμερικανοί, οι πρόγονοί του ήταν μετανάστες. Ο προπάππους του από τον πατέρα του, ο Max, έφτασε στις Ηνωμένες Πολιτείες από την Ανατολική Ευρώπη το 1892 με 10 δολάρια στην τσέπη του. Δεν μιλούσε αγγλικά και έβγαζε τα προς το ζην ως ράφτης. Ο προπάππους της μητέρας του, ο Morris, ήρθε στην Αμερική στις αρχές της δεκαετίας του 1890. Ήταν κατασκευαστής βαρελιών.
Ο Howard Schultz ήταν τριών ετών όταν η οικογένειά του μετακόμισε σε ένα μικρό διαμέρισμα σε μία από τις δημόσιες εργατικές κατοικίες του Μπρούκλιν, στο Canarsie. Μεγάλωσε εκεί, ο μεγαλύτερος από τρία αδέρφια.
Κανένας από τους γονείς του δεν είχε τελειώσει το λύκειο, και αφότου ο πατέρας του επέστρεψε από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, πέρασε τη ζωή του δουλεύοντας σε χαμηλόμισθες δουλειές ως εργάτης. Αυτός και ο Howard είχαν μια περίπλοκη σχέση, και η καλύτερη ανάμνηση που έχει από τον πατέρα του είναι όταν κάθονταν μαζί στο γήπεδο των Yankees, βλέποντας τον ήρωά τους Mickey Mantle να παίζει μπέιζμπολ.
Η πιο ανεξίτηλη εικόνα που o Howard έχει από τον πατέρα του είναι αυτή του πατέρα του ξαπλωμένου στον καναπέ, με το πόδι του στον γύψο. Ο ίδιος ήταν περίπου επτά ετών. Ήταν χειμώνας, και ο πατέρας του είχε μια δουλειά: να παραδίδει πάνες από ύφασμα. Είχε πέσει σε ένα κομμάτι πάγου και είχε σπάσει το ισχίο και τον αστράγαλό του. Είχε απολυθεί από τη δουλειά του και δεν είχε ούτε ασφάλιση υγείας, ούτε αποζημίωση, ούτε αποταμιεύσεις. Η εικόνα του πατέρα του αβοήθητου στον καναπέ τού εντυπώθηκε για πάντα.
Οι περισσότεροι αποκαλούσαν τη μητέρα του Bobbi. Πίστευε ακράδαντα στο αμερικανικό όνειρο, και ήταν η μητέρα του αυτή που του έδωσε την αυτοπεποίθηση να πιστέψει ότι θα μπορούσε μια μέρα να χτίσει μια καλύτερη ζωή για τον εαυτό του.
Η οικογένειά του σπάνια είχε αρκετά χρήματα για να πληρώνει τους λογαριασμούς, και στο διαμέρισμά τους στον έβδομο όροφο επικρατούσε πολύ άγχος. Ξεφεύγοντας από το οικογενειακό χάος, ο Howard καθόταν στο κλιμακοστάσιο μεταξύ των ορόφων και φανταζόταν μια καλύτερη ζωή. Η άλλη του διέξοδος ήταν ο αθλητισμός. Οι παιδικές χαρές των εργατικών κατοικιών έγιναν το δεύτερο σπίτι του, και ως έφηβος περνούσε τον περισσότερο ελεύθερο χρόνο του παίζοντας μπάσκετ και ποδόσφαιρο στα τσιμεντένια γήπεδα.
Στο λύκειο, ο Howard έπαιζε αμερικάνικο ποδόσφαιρο και έβλεπε το άθλημα ως μια πιθανή διέξοδο από τις εργατικές κατοικίες. Το 1971, έφτασε στο Πανεπιστήμιο του Βόρειου Μίσιγκαν – μακριά από το Canarsie – με την ελπίδα να πάρει υποτροφία χάρη στην απόδοσή του στο αμερικάνικο ποδόσφαιρο, αλλά αυτό δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Έμεινε στο συγκεκριμένο πανεπιστήμιο και πλήρωσε τη σχολή του με φοιτητικά δάνεια και δουλειές μερικής απασχόλησης. Πούλησε ακόμη και το αίμα του για μετρητά όταν τα πράγματα έγιναν πολύ δύσκολα.
Το 1975 έγινε ο πρώτος στην οικογένειά του που αποφοίτησε από το κολέγιο. Δυστυχώς, οι γονείς του δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να παραστούν στην τελετή αποφοίτησης, αλλά ο ίδιος ήξερε ότι η μητέρα του ήταν υπερήφανη.
Η πρώτη του δουλειά μετά το κολέγιο ήταν να πουλάει εξοπλισμό γραφείου από πόρτα σε πόρτα. Κάθε μέρα έκανε έως και 50 επισκέψεις. Του άρεσε να μιλάει στους ανθρώπους και ήταν αρκετά καλός στις πωλήσεις. Έδινε πάντα το μισό μισθό του στους γονείς του. Η πρώτη του δουλειά οδήγησε σε άλλες, μέχρι που εργάστηκε για μια ευρωπαϊκή εταιρεία που κατασκεύαζε είδη σπιτιού.
Ένας από τους πελάτες τους ήταν μια μικρή εταιρεία καφέ στο Σηάτλ της Ουάσινγκτον, η Starbucks. Το 1982, ο Howard πήγε να επισκεφθεί τους ιδρυτές της. Μέσα σε ένα χρόνο, ήταν επικεφαλής μάρκετινγκ στα Starbucks και είχε μετακομίσει στο Σηάτλ με τη σύζυγό του, Sheri.
Η Sheri και ο Howard παντρεύτηκαν το 1982. Ήταν και παραμένει ο έρωτας της ζωής του. Γνωρίστηκαν σε μια παραλία και ο Howard γρήγορα ερωτεύτηκε την εξυπνάδα της, το πνεύμα της, την ομορφιά της και τη γενναιοδωρία της. Η ίδια μεγάλωσε σε μια μικρή πόλη στο Οχάιο και ο πατέρας της είχε δημιουργήσει μια επιτυχημένη επιχείρηση βιομηχανικών πλυντηρίων. Η Sheri σχεδίαζε να σπουδάσει νομικά, αλλά αντ’ αυτού ακολούθησε το πάθος της και σπούδασε εσωτερική διακόσμηση. Το καλοκαίρι του 1982 οι δυο τους μάζεψαν όλα τους τα υπάρχοντα στο αυτοκίνητο και μαζί με τον σκύλο τους Jonas κατευθύνθηκαν δυτικά, στο Σηάτλ.
Το 1983, ο Howard βρισκόταν σε ένα επαγγελματικό ταξίδι στην Ιταλία, όταν μπήκε σε ένα ιταλικό καφέ και δοκίμασε τον πρώτο του εσπρέσο. Τον γοήτευσαν το ρόφημα, ο barista που το ετοίμαζε και ο ρομαντισμός της ατμόσφαιρας του καφέ. Εκείνη την εποχή τα καταστήματα Starbucks πουλούσαν μόνο καφέ από ολόκληρους κόκκους και δεν είχαν καθίσματα.
Ο ίδιος είχε το όραμα να δημιουργήσει εξειδικευμένα καταστήματα καφέ που θα ενσωμάτωναν τον ρομαντισμό του εσπρέσο και θα παρείχαν έναν χώρο για την κοινότητα.
Οι ιδρυτές των Starbucks, ωστόσο, δεν ενδιαφέρθηκαν για την ιδέα του.
Ο Schultz έφυγε από τα Starbucks για να ανοίξει τα δικά του εξειδικευμένα καταστήματα καφέ. Αλλά δεν είχε χρήματα. Για έναν χρόνο, η Sheri και ο Howard ζούσαν με τον μισθό της, ενώ αυτός προσπαθούσε να βρει χρήματα. Άκουσε «όχι» περισσότερες από 200 φορές, αλλά τελικά αρκετοί άνθρωποι πίστεψαν στο όραμά του και επένδυσαν σε αυτόν και στην επιχείρηση. Ήταν μια απίστευτα συναρπαστική περίοδος γεμάτη προκλήσεις! Μέχρι το 1987, είχαν 3 εσπρέσο μπαρ με το όνομα Il Giornale.
To 1987 με τη βοήθεια των επενδυτών, ο Schultz αγόρασε την Starbucks, με τη συγχώνευση της Il Giornale με την εταιρεία του Seattle. Στη συνέχεια, έγινε διευθύνων σύμβουλος και πρόεδρος της Starbucks (γνωστής ως Starbucks Coffee Company). Ο Schultz έπρεπε να πείσει τους επενδυτές ότι οι Αμερικανοί θα πληρώνουν πραγματικά τις υψηλές τιμές για ένα ποτό που είχαν συνηθίσει να φτάνει τα 50 σεντς.
Ποτέ δεν έβαλε στόχο ο Schultz να χτίσει μια παγκόσμια επιχείρηση. Ήθελε να χτίσει εκείνο το είδος της εταιρείας για την οποία που ο πατέρας του δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να εργαστεί. Μια εταιρεία που να αντιμετωπίζει όλους τους ανθρώπους με αξιοπρέπεια.
Η εικόνα του πατέρα του ακίνητου στον καναπέ, μετά το ατύχημά του, του έμεινε. Το ίδιο και ο φόβος ότι δεν θα είχε υγειονομική περίθαλψη.
Λίγο καιρό μετά τον θάνατό του, το 1988, τα Starbucks έγιναν μια από τις πρώτες εταιρείες στην Αμερική που έδωσαν ασφάλιση υγείας σε όλους τους υπαλλήλους της – συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων μερικής απασχόλησης, μια παροχή που ήταν ανήκουστη εκείνη την εποχή, ειδικά στο λιανικό εμπόριο.
Ως παιδί, ο Howard ήξερε επίσης πώς είναι να μην έχεις χρήματα. Οι γονείς του δεν είχαν ποτέ τίποτα στην κατοχή τους, ούτε και αποταμιεύσεις.
Το 1991, τα Starbucks έγιναν η μόνη εταιρεία που έδινε μετοχές σε όλους τους εργαζομένους. Τις ονόμασαν Bean Stocks.
Από τη σύλληψή τους το 1991 – και αφού η Starbucks μπήκε στο χρηματιστήριο το 1992 – οι Bean Stocks έχουν αποφέρει περισσότερα από 1,5 δισεκατομμύρια δολάρια σε έσοδα προ φόρων για τους baristas και τους διευθυντές της εταιρείας, βοηθώντας κάποιους να βάλουν προκαταβολή για σπίτια, να χρηματοδοτήσουν αυτοκίνητα, να αποπληρώσουν δάνεια, ακόμη και να πληρώσουν για γάμους.
Μια από τις αγαπημένες παροχές του Howard ήταν το πρόγραμμα Starbucks College Achievement Plan. Το 2014, τα Starbucks και το Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Αριζόνα δημιούργησαν το πρώτο στο είδος του πρόγραμμα για να προσφέρουν στους υπαλλήλους δωρεάν σπουδές στο κολέγιο. Μέχρι την άνοιξη του 2019, είχαν αποφοιτήσει περισσότεροι από 3.000 συνεργάτες (εργαζόμενοι) των Starbucks. Το 20% αυτών που έχουν συμμετάσχει στο πρόγραμμα είναι σαν τον ίδιο – οι πρώτοι στην οικογένειά τους που πήγαν πανεπιστήμιο.
Καθώς τα Starbucks επεκτείνονταν, η Sheri και ο Howard μεγάλωναν την οικογένειά τους. Ο γιος τους, Jordan, γεννήθηκε το 1986 και η κόρη τους, Addison, το 1989. Σήμερα, ο Jordan είναι αθλητικός δημοσιογράφος και η Addison είναι κοινωνική λειτουργός. Και ο μπαμπάς τους δηλώνει πολύ υπερήφανος που έχουν εξελιχθεί σε ευγενικούς, γενναιόδωρους και σκληρά εργαζόμενους ενήλικες.
Η Sheri δεν είναι μόνο μια θαυμάσια σύζυγος, μητέρα και γιαγιά, αλλά εδώ και χρόνια είναι η καρδιά και η δύναμη πίσω από το ίδρυμα Schultz Family Foundation, το οποίο επικεντρώνεται στην παροχή βοήθειας σε νέους, βετεράνους, οικογένειες στρατιωτικών, και άλλους ώστε να έχουν πρόσβαση σε ευκαιρίες όπως η εκπαίδευση και η απασχόληση. Οι δυο τους έχουν ζήσει το αμερικάνικο όνειρο και θεωρούν ευθύνη τους να βοηθήσουν άλλους να κάνουν το ίδιο.
Κοιτάζοντας πίσω, ο Schultz τονίζει ότι μεταμόρφωσε την επιχείρηση με προσανατολισμό τη βιωσιμότητα της ανάπτυξης και των κερδών, διατηρώντας παράλληλα τις βασικές της αξίες. Η ανάπτυξη μιας επιχείρησης απαιτεί ομαδική εργασία και πάντα υπήρχαν δύσκολες αποφάσεις και περίοδοι. Το 2000 παραιτήθηκε από τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου και έγινε πρόεδρος, αλλά επέστρεψε το 2008, όταν η εταιρεία αντιμετώπιζε προβλήματα.
Το 2018, τα Starbucks κατέλαβαν την πέμπτη θέση στη λίστα του Fortune με τις Πιο Αξιοθαύμαστες Εταιρείες στον Κόσμο.
Το 2018, ο Howard έφυγε επίσημα από τα Starbucks και έγινε ομότιμος πρόεδρος, αλλά τα τρία εκατομμύρια άνθρωποι που εργάστηκαν για τα Starbucks κατά τη διάρκεια όλων αυτών των δεκαετιών δεν φεύγουν ποτέ από το μυαλό του.
Όλοι μαζί έχτισαν μια εισηγμένη εταιρεία που πέτυχε την εύθραυστη ισορροπία μεταξύ κέρδους και υπευθυνότητας, για την οποία οι γονείς του Schultz θα ήταν υπερήφανοι.
You could read more about Runway Here, about As Done by The Best Here